συνιμεν

συνιμεν
    συνίμεν
    эп. inf. к σύνειμι См. συνειμι II

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "συνιμεν" в других словарях:

  • συνίμεν — σύνειμι 2 ibo go pres inf act (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνιμεν — σύνειμι 2 ibo go pres ind act 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίνομος — ἐπίνομος, ον (Α) [νόμος] 1. αυτός που κατοικεί στη χώρα, ο επιχώριος («ἔνθα καί νυν ἐπίνομον ἡρωίδων στρατὸν ὁμαγυρέα καλεῑ συνίμεν», Πίνδ.) 2. νόμιμος, κανονικός 3. κληρονόμος επιγρ. 4. ως ουσ. κάτοχος βοσκής επιγρ …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»